52. Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΕΝ ΓΕΝΕΙ

 (Ιούλιος 2022)

Αδελφοί και Αδελφές μου,

Κάποιοι από εσάς μου ζήτησαν να σας μιλήσω για τους σκοπούς του Ανθρώπου και της Δημιουργίας εν γένει. Το να ασχολείται όμως κανείς με τέτοια θέματα, την στιγμή που τόσα άλλα, ζωντανά, επίκαιρα και άμεσου ενδιαφέροντος σοβαρά προβλήματα απασχολούν τον κόσμο, απ’ τον πρώτο ως τον τελευταίο άνθρωπο, αποτελεί ένα είδους αναχρονισμού της σκέψεως και θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει, τόσο εμένα που θα σας μιλήσω για ένα τέτοιο θέμα, όσο και εσάς που το ζητήσατε και έχετε την υπομονή να με ακούσετε, πώς ζούμε απλώς στον κόσμο της Ουτοπίας και των μακρινών νεφελωμάτων του Γαλαξία!

Και πράγματι, τι μας ενδιαφέρει ο “σκοπός του ανθρώπου”, έστω και αν υπάρχει; Ακόμη δε περισσότερο, τι σημασία μπορεί να έχει για μας ο “σκοπός της δημιουργίας”;

Εκείνο που μας απασχολεί και πρέπει να απασχολεί κάθε λογικό άνθρωπο, είναι το πώς θα ικανοποιήσουμε τις άμεσες ανάγκες μας, το πώς θα ζήσουμε καλύτερα, το πώς θα εξασφαλίσουμε από κάθε κίνδυνο τον εαυτό μας, τα παιδιά μας, την οικογένειά μας, τους πλησίον μας και πώς να δημιουργήσουμε ένα καλύτερο μέλλον για την ανθρωπότητα εν γένει. Αυτά είναι τα ζωντανά, τα πανανθρώπινα προβλήματα με τα οποία ασχολείται κάθε άνθρωπος που δεν ονειρεύεται ξύπνιος και δεν χάνει τον καιρό του.

Αυτά θα μας έλεγαν, κι έτσι θα μας χαρακτήριζαν, όλοι εκείνοι που πνίγονται μέσα στις χειροπιαστές και άμεσες ανάγκες τους, ακόμη δε περισσότερο θα είχαμε τον ψόγο των άλλων, εκείνων που κόπτονται και μάχονται για την θεραπεία των αναγκών αυτών.

Επειδή όμως στα Κολλέγιά μας συνηθίζουμε να μην μας απασχολεί η γνώμη των άλλων, ούτε εξαρτιόμαστε από αυτήν, αλλά φροντίζουμε να βρίσκουμε μόνοι, δια της διανοίας και της καρδιάς μας, ποιο είναι το ορθό και το αληθινό, ας μην επηρεαστούμε εξ αρχής απ’ τις σκέψεις αυτές κι ας προσπαθήσουμε να διακρίνουμε ποιός είναι άραγε ο κόσμος της Ουτοπίας και ποιός εκείνος της Πραγματικότητας. Δεν αποκλείεται απ’ την έρευνά μας αυτή να προκύψουν αναπάντεχα και ταυτόχρονα ανησυχητικά συμπεράσματα.

Μία ακόμη ένσταση, ίσως πιο σοβαρή απ’ την πρώτη, είναι εκείνη που υποστηρίζει πως ένα τέτοιου είδους ζήτημα δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ενασχόλησης όλων των ανθρώπων. Ο συνηθισμένος, απλοϊκός άνθρωπος, έχει πράγματι προ πολλού απαρνηθεί πολλά του δικαιώματα αλλά και καθήκοντα. Μέσα στον αδυσώπητο κλοιό της ικανοποίησης των άμεσων αναγκών του που τον περισφίγγουν, αφήνει να ασχολούνται με τέτοια ζητήματα άλλοι, ακόμη και για λογαριασμό του, δηλαδή εκείνοι που “μπορούν”, εκείνοι που έχουν την "πολυτέλεια" να μελετούν και να σκέφτονται επάνω σε αυτά που μελετούν, οι “φιλόσοφοι”. Είναι κι αυτό μία διαστροφή των πραγματικών μας αναγκών…

Ωστόσο, είναι αναμφισβήτητο πώς όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι, είτε οι πιο σοφοί, είτε οι πιο κοντόφθαλμοι στην σκέψη, είτε εκείνοι που βλέπουν μακριά, είτε εκείνοι που παραμένουν κλεισμένοι στις καθημερινές τους έγνοιες, είτε εκείνοι που στέκονται ψηλά, είτε εκείνοι που βρίσκονται χαμηλά, όλοι ψιθυρίζουν, άλλος πιο σπάνια, άλλος συχνότερα, ένα ανησυχητικό και ερωτηματικό “Γιατί»;

Ο “σοφός” από διανοητική ανάγκη, ο “ταπεινός” από απορία για τα δεινά που υφίσταται και δεν βρίσκει την αιτία που συμβαίνουν. Κι αν όλα αυτά τα “Γιατί” μπορούσαν να είναι ενωμένα και να μην διακόπτονται απ’ τον εφιάλτη της αμέσου πραγματικότητος, θα τα βλέπαμε να υψώνονται στον ουρανό σας στήλες πελώριες, σαν μπράτσα ατελεύτητα, που πότε ικετευτικά και πότε οργισμένα, κρούουν την θύρα του Ουρανού ζητώντας του εξήγηση, λόγο και παρηγοριά!

Το αθόρυβο αυτό “γιατί”, η ψιθυρισμένη αλλά κατά βάσιν ασυνείδητη αυτή προσευχή, δείχνει ίσως μίαν ανάγκη όχι λιγότερο πραγματική απ’ τις άλλες, η οποία δεν έχει ωστόσο την δύναμη και την συνείδηση να επιδιώξει πιο επίμονα την ικανοποίησή της.

Ας αφήσουμε λοιπόν τώρα τον κόσμο των υποθέσεων και ας μπούμε στην εξέταση της πραγματικότητας. Και πρώτα-πρώτα, έχει ο άνθρωπος “σκοπό”;

Μέσα στις πολλές ασυνέπειες στις οποίες υπέπεσε ο αρρωστημένος μας εγκέφαλος, υπάρχει και μία που διατείνεται πώς όχι, δεν υπάρχει κανένας σκοπός. Κατ’ αυτήν την άποψη, τυχαία έγιναν οι κόσμοι, τυχαία έγινε ο άνθρωπος και τυχαία ζει.

Κι έτσι όλοι μας οι μόχθοι, όλα μας τα ανέκφραστα βάσανα, οι χαρές ή οι λύπες, και προπαντός όλο το κολοσσιαίο Έργο που συντελείται σε όλη την Δημιουργία, είναι άσκοπο. Όμως η μαθηματική ακρίβεια στη Σύνθεση και την Λειτουργία του Σύμπαντος, που ολοένα ανακαλύπτονται στα μάτια των σύγχρονων ερευνητών, υποχρέωσαν ακόμη και κορυφαίους επιστήμονες να διακηρύξουν πως "τίποτε το τυχαίο και συμπτωματικό δεν υπάρχει".

Προσθέτουμε στην αποδοχή αυτήν και την δική μας ακλόνητη λογική πεποίθηση πως τα πάντα είναι σκόπιμα, τα πάντα βαίνουν προς έναν προσδιορισμένο και προδιαγεγραμμένο σκοπό. Γι’ αυτό δεν αμφιβάλουμε ποτέ. Θα ήταν το ίδιο σαν να αμφιβάλλαμε για την ύπαρξη του Αοράτου, του γύρω μας κόσμου και του ίδιου του εαυτού μας. Αν ερευνάμε, και αν σκεφτόμαστε πάνω σ' αυτά που ερευνάμε, είναι όχι για να ανακαλύψουμε εάν έχουμε σκοπό εμείς και η Δημιουργία, αλλά ποιος είναι ο σκοπός που έχουμε!

Για να το κατορθώσουμε, δεν θα επιζητήσουμε να ανακαλύψουμε την τεχνική που προκάλεσε την εμφάνιση του πρώτου κυττάρου της ζωής, αλλά θα βασιστούμε σε σκέψεις απλές και όσο το δυνατόν στηριζόμενοι στο νόμο της Αναλογίας.

Είναι όμως απαραίτητο να έχουμε υπόψη μας πώς το θέμα αυτό δεν είναι θέμα τεχνικό, επιστημονικό. Γι’ αυτό ούτε εμείς, ούτε κανείς άλλος μπορεί και θα μπορέσει ποτέ, να το αποδείξει με αποδείξεις χειροπιαστές, εμπειρικές. Σε τέτοιου είδους θέματα μόνο έλλογες αποδείξεις χωρούν και μόνον τέτοιες θα επιδιώξουμε να βρούμε.

***

Αν λοιπόν ρίξουμε μια ματιά στις θρησκείες των διαφόρων λαών, θα παρατηρήσουμε με κάποια έκπληξη, πώς όλες αποδίδουν ανεξαιρέτως την έλευση -γιατί περί ελεύσεως πρόκειται- του ανθρώπου επί της Γης, σε κάποιο "προπατορικό αμάρτημα" διαφορετικά παρουσιαζόμενο σε κάθε μια, ίδιο όμως στην ουσία του. Οι περισσότερες παραδέχονται μία "πτώση", ένα "σφάλμα" και θεωρούν την ζωή του ανθρώπου επί της Γης ως έναν εξιλασμό, μία επανόρθωση.

Πρόκειται άραγε περί μύθου που έπλασαν οι πρώτοι ιερείς για να κρατήσουν τους πρώτους ανθρώπους κάτω από την κυριαρχία τους και τον οποίο αντέγραψαν κατόπιν οι νεότεροι από τους αρχαιότερους λαούς, ή μήπως ο μύθος αυτός κρύβει κάποιαν αλήθεια που παρουσιάζεται στο νου του ανθρώπου έτσι ώστε να μπορέσει να την κατανοήσει;

Κανείς δεν μπορεί να αποδείξει το ζήτημα αυτό. Μόνο σκέψεις μπορούμε να κάνουμε, σκέψεις που έρχονται να υποστηρίξουν την δεύτερη υπόθεση και που δικαιολογούνται απ' τις συνθήκες της υπάρξεως του ανθρώπου επί της Γης.

Αν θελήσουμε να εξετάσουμε καλύτερα για να καταλάβουμε τι είδους "φαινόμενο" είναι ο άνθρωπος, θα αντιληφθούμε, όχι με μεγάλη δυσκολία, πως από τον καιρό που φάνηκε στη Γη δια μέσου των αιώνων, μεταξύ των ποικίλων εκδηλώσεών του, ένα πράγμα προβάλει επίμονα και συνεχώς. Κι αυτό είναι η ποικιλόμορφη πνευματική του εκδήλωση. 

Με τις προσπάθειές του, δηλαδή, και με τις συνεχείς του κατακτήσεις, ο άνθρωπος δεν δείχνει τίποτε άλλο παρά την πνευματική του υπόσταση, γιατί όλες του οι κατακτήσεις είναι στην ουσία πνευματικής φύσεως. Λέγοντας πνευματικής φύσεως κατακτήσεις, δεν θέλω να πώ πώς όλες οι κατακτήσεις του ανθρώπου είναι ανώτερης φύσεως. Ας μην ξεχνάμε πώς με το πνεύμα του ο άνθρωπος συνέλαβε το Αόρατο και με το ίδιο πνεύμα συλλαμβάνει θαυμαστούς τρόπους για την εξόντωση του πλησίον του.

Θέλω απλώς να πώ πως όλες οι πράξεις του ανθρώπου είναι εκδηλώσεις του πνεύματός του, της διανοίας του. Μπορεί τα αποτελέσματα πολλών εξ αυτών να είναι υλικά, όλες όμως έχουν κίνητρο, πηγή και τροφή, την πνευματική του δραστηριότητα. Απόδειξη αυτού, είναι το γεγονός ότι όταν το πνεύμα του ανθρώπου δεν δρά, τότε ο άνθρωπος κοιμάται και δεν προβαίνει σε καμία πράξη που η πηγή της να βρίσκεται στην πνευματική του δραστηριότητα.

Οι περισσότερες βέβαια απ’ τις πράξεις του ανθρώπου μπορεί να αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση του πρόσκαιρου υλικού του σώματος και πολύ λίγες στην πνευματική του υπόσταση. Όλες του όμως οι πράξεις είναι εκδηλώσεις και κατακτήσεις του πνεύματός του.

Τι συμπέρασμα μπορούμε να βγάλουμε από αυτήν την διαπίστωση;

Χρειάζεται άραγε κάποια μορφή σοφίας, ή μήπως θα ήταν σφάλμα να πούμε ότι ο άνθρωπος στην ουσία του είναι πνεύμα και μόνον πνεύμα; Εμείς ως πνεύμα τον αντιλαμβανόμαστε και καταλαβαίνουμε πως το σώμα του είναι ένα πρόσκαιρο όργανο που εξυπηρετεί ακριβώς την πνευματική του υπόσταση, εφόσον αυτό το ίδιο τίποτε δεν μπορεί να κερδίσει, τίποτε δεν μπορεί να κρατήσει. Χρονολογικά ο άνθρωπος εμφανίστηκε στην Δημιουργία όταν η τελευταία είχε ολοκληρωθεί. Θα έλεγε κανείς πως είναι το σπίτι που “χτίστηκε” για να τον υποδεχτεί.

Αν τώρα θελήσουμε, όπως κάναμε και για τον άνθρωπο, να εξετάσουμε τι είναι αυτό που αποκαλούμε δημιουργία, τι πεδίο είναι και από τι αποτελείται, δεν θα δυσκολευτούμε πολύ να αναγνωρίσουμε πως η δημιουργία δεν είναι πνεύμα. Είναι κάτι το αντίθετο προς την πνευματική υπόσταση το ανθρώπου, στην πνευματική κατάσταση του οποίου αντιτάσσεται σθεναρά, σε σημείο που κάθε βήμα προς τα εμπρός του πνευματικού ανθρώπου, να χρειάζεται κι έναν αγώνα και μία προσπάθεια υπεράνθρωπη που τον κάνει να λαχανιάζει και να γονατίζει, αλλά και να σηκώνεται πάντα και να προχωρεί ξανά. Νομίζουμε συνεπώς πώς πρόκειται για δύο επίπεδα αντίθετα, που διέπονται και από αναλογικά αντίθετους νόμους, οι οποίοι αντιπαλεύουν μεταξύ τους. 

Γιατί τα αναφέρουμε όλα αυτά; Για να καταλήξουμε στο εξής συμπέρασμα: Εφ’ όσον ο άνθρωπος-πνεύμα, ήλθε στην δημιουργημένη ύλη, αναγκαίως το γεγονός αυτό θα πρέπει να περικλείει και τον λόγο της υπάρξεως και τον σκοπό των δύο αυτών εκδηλώσεων, τόσο του ανθρώπου, όσο και της δημιουργίας.

Θα μπορούσε άραγε στο γεγονός αυτό να ανακαλύψουμε κάποια λογική απόδειξη του θρύλου της "Πτώσεως", του συμβολισμού του “προπατορικού αμαρτήματος;” Ίσως… Ο ερχομός του Ανθρώπου-Πνεύματος στη Δημιουργία-Ύλη είναι άραγε καταδίκη ή ευτύχημα, είναι τιμωρία ή ανταμοιβή;

Κι εδώ πάλι δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να βρούμε την αλήθεια. Το Πνεύμα είναι η Αρχή εκείνη που την χαρακτηρίζει η Απειροσύνη, η απόλυτη Ελευθερία, η ενοποιημένη Συνείδηση. Η Ύλη πάλι, χαρακτηρίζεται από το πεπερασμένο, την αδράνεια και την έλλειψη συνειδήσεως, ή θα λέγαμε, την ατάκτως διασκορπισμένη συνείδηση.

Όταν λοιπόν το Πνεύμα υπόκειται στους Νόμους της Ύλης, είναι γι’ αυτό η μεγαλύτερη καταδίκη που υπάρχει. Αν είναι τιμωρία, δεν θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερη. Γιατί δεν πρέπει να πλανιόμαστε. Ο άνθρωπος είναι Πνεύμα, όταν όμως έρχεται στην Δημιουργία, υπόκειται στους Νόμους της και στους περιορισμούς της και μπορούμε να πούμε ότι η φιλοξενία της αποτελεί γι’ αυτό, μία πραγματική και βαριά αιχμαλωσία, ένα σωστό κάτεργο, από πνευματικής πλευράς.

Τι κακό έπραξε ο Άνθρωπος-Πνεύμα για να υποστεί την καταδίκη αυτή;

Να κάτι που είναι πολύ δύσκολο να το φανταστούμε, ακόμη δε περισσότερο να το κατανοήσουμε, γιατί το σφάλμα αυτό έγινε όταν ο Άνθρωπος ήταν ακόμη καθαρό Πνεύμα και εμείς που θέλουμε να το "εξιχνιάσουμε" είμαστε πια άνθρωποι-πνεύματα, δηλαδή σκεπτόμαστε μέσω της ύλης και όλα τα πράγματα τα ερμηνεύουμε με όρους υλικούς. Αν ωστόσο δεν μπορούμε να μπούμε μέσα στον πυρήνα του γεγονότος και να το κατανοήσουμε πλήρως, μπορούμε τουλάχιστον, με μία προσπάθεια αφαιρέσεως, να φανταστούμε κάτι ανάλογο. Βασιζόμενοι δηλαδή στα χαρακτηριστικά του Πνεύματος, μπορούμε να βρούμε ποιά είναι η δραστηριότητά του και ποιός τρόπος δραστηριότητας έρχεται σε αντίθεση με τα χαρακτηριστικά αυτά και αποτελεί κατά συνέπεια σφάλμα καίριο.

Είπαμε προηγουμένως πως ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του Πνεύματος είναι η Απειροσύνη και έρχεται σε αντίθεση με το πεπερασμένο της Ύλης. Τι θα πει αυτό;

Όταν επιχειρούμε να φιλοσοφήσουμε θα πρέπει να προσέχουμε και να δίνουμε στους όρους που μεταχειριζόμαστε έννοια ανάλογη με τον τρόπο που τους τοποθετούμε.

Η Απειροσύνη λοιπόν του Πνεύματος και το πεπερασμένο της Ύλης είναι δύο αντίθετες καταστάσεις, με την έννοια ότι το πεπερασμένο της Ύλης έχει χαρακτήρα προσωπικό, ενώ η Απειροσύνη του Πνεύματος έχει χαρακτήρα ποιοτικό. Όταν λέμε λοιπόν ότι το Πνεύμα είναι Άπειρο, θα πρέπει να κατανοούμε όχι πως είναι άπειρο σε ποσότητα ή μορφή, γιατί στον Πνεύμα ούτε το ένα ούτε το άλλο υπάρχει, αλλά πώς είναι μία Μονάδα Απόλυτη και Ενιαία, μέσα στην οποία δεν υπάρχει καμία αντίθεση των μερών που την αποτελούν. Η Συνείδηση της Μονάδος είναι Ενιαία, Ένα. Με άλλα λόγια, η Απειροσύνη του Πνεύματος συνεπάγεται απόλυτη Ενότητα, κάτι που μας δείχνει πως εκεί μπορεί να βασιλεύει μόνο το "Εμείς" και ποτέ το "Εγώ".

Βασιζόμενοι πάνω σε αυτό, μπορούμε να πούμε πως το μόνο σφάλμα στο οποίο θα μπορούσε να υποπέσει το Πνεύμα, ήταν να ξεχάσει το Εμείς και να αναπτύξει έναν τρόπο δραστηριότητος που μόνον το Εγώ μπορεί να εκδηλώσει, δηλαδή να διασπαστεί η Ενότητα και το Ενιαίο της Μονάδος.

Μπορούμε να βρούμε άραγε κάποια εκδήλωση στον μετέπειτα άνθρωπο-πνεύμα που να μας καθιστά το αφηρημένο και δυσνόητο αυτό γεγονός πιο χειροπιαστό και καταληπτό; Ασφαλώς και μπορούμε. Εφόσον δηλαδή το Πνεύμα έλαβε έναν νέο τρόπο δραστηριότητος θα τον βρούμε και στην νέα Κατάσταση του Πνεύματος, η οποία είναι ο Άνθρωπος. Τι είναι εκείνο που χαρακτηρίζει ιδιαίτερα την φύση του Ανθρώπου-Πνεύματος; Είναι η εκδήλωσή του ως ένα “Εγώ” συγκεκριμένο και ξεχωριστό και η αντίθεσή του προς τα άλλα “Εγώ”. Είναι, με άλλα λόγια, η συγκρότησή του ως Πνεύμα-Άτομο που έρχεται σε αντίθεση με το μοναδιαίο Πνεύμα-Άπειρο. Τα Πνεύματα-Άνθρωποι που βρίσκονται στη Δημιουργία, δεν αποτελούν πια Μονάδα Ενιαία και Αδιαχώριστη, αλλά είναι “Εγώ” πεπερασμένα, αντιτιθέμενα μεταξύ τους, τα οποία δρούν και εκδηλώνονται χωριστά και εναντιούμενα το ένα προς το άλλο. Διέπονται δηλαδή από τον Νόμο του Διαχωρισμού.

Θα μπορούσαμε να πούμε πως ο νέος αυτός τρόπος του “Είναι”, είναι ζήτημα επιπέδου και είναι ανάλογος με το επίπεδο αυτό; Όχι. Γιατί ο νέος αυτός τρόπος του “Είναι”, αποτελεί άμεσο αποτέλεσμα των γεγονότων που συνέβησαν “εκεί πάνω”, κι αυτό το καταλαβαίνουμε αμέσως με τον τρόπο με τον οποίο σκέπτεται το νέο δημιούργημα, ο Άνθρωπος-Πνεύμα: Από την στιγμή που εμφανίστηκε στη Γη έφερε μαζί του, και εξακολουθεί να έχει, ένα γνώρισμα που φαίνεται να είναι αναπόσπαστο μέρος της φύσεώς του. Αυτό είναι η εγωπάθεια, που διακρίνεται από την ακραία έξαρση του “Εγώ” του, είναι με άλλα λόγια ο εγωισμός του, που τον κάνει να τα φέρνει όλα προς τον εαυτό του και όλα να τα ποδοπατάει, προκειμένου να διατηρήσει την ύπαρξή του.

Κι έτσι ο άνθρωπος, μας δίνει την εικόνα, και είναι πράγματι, ένα πλάσμα αποπλανημένο “εδώ κάτω” που έχει χάσει τον προσανατολισμό του, που προσπαθεί εξακολουθητικά να βρει τον Δρόμο του, και το οποίο εμπρός στην εχθρότητα του περιβάλλοντός του, κλείνεται ολοένα και περισσότερο στον εαυτό του, περιχαρακώνεται, οχυρώνεται και παλεύει άγρια και απεγνωσμένα για να ζήσει, να διατηρήσει την ύπαρξή του. Έτσι ο ένας άνθρωπος αγνοεί τον άλλον, κι έτσι κάτω από τις σχέσεις των ανθρώπων κρύβεται ένα πραγματικός ακήρυκτος πόλεμος, ένας αμείλικτος αγώνας, που διεξάγεται συστηματικά και άσπλαχνα μεταξύ τους, με μόνο αντικειμενικό σκοπό το πώς ο ένας θα κυριαρχήσει επί του άλλου.

Η κατάσταση αυτή είναι δηλωτική του “σφάλματος” στο υπέπεσε το Πνεύμα, γιατί όπως όταν βλέπουμε έναν αλκοολικό, καταλαβαίνουμε από τα συμπτώματα που παρουσιάζει ποιο είναι το λάθος που τον κατέστρεψε, έτσι και από τις ελαττωματικές πνευματικές τάσεις του ανθρώπου μπορούμε πολύ καλά να διαγνώσουμε το αρχικό του “σφάλμα”, χωρίς να σφάλλουμε.

Αυτό είναι το “σφάλμα”, αυτή είναι η “αμαρτία” του πνεύματος: Η έξαρση του "εγώ" και η απώλεια της "Ενιαίας Συνειδήσεως".

Να λοιπόν που ο θρύλος της “Πτώσεως” που βρίσκεται στη βάση πολλών θρησκειών και θεογονικών παραδόσεων των ανθρώπων, αποκαλύπτει σε εκείνον που τον εξετάζει με τα μάτια του μεγάλου νου και όχι της στείρας “επιστημονικής” ειρωνείας, διδάγματα θετικότερα ίσως και από εκείνα που μπορεί να του δώσει η αυτόματη και τυχαία δήθεν γέννηση του πρωτοπλάσματος.

Ας προσέξουμε ωστόσο κι εμείς μην τύχει και μας παρασύρουν σε πλάνη τα εύκολα και αβασάνιστα συμπεράσματα. Εφόσον ο μύθος της Πτώσεως, μας έδωσε τις προαναφερόμενες ενδείξεις, ας επανέλθουμε πάλι σ’ αυτόν και ας τον εξετάσουμε προσεκτικότερα, μήπως μας έχει διαφύγει κάτι το ουσιώδες.

Είπαμε προηγουμένως πώς σε μια, ας πούμε, "χρονολογική σειρά", ο άνθρωπος εμφανίζεται τελευταίος στη Δημιουργία. Αυτό διαπιστώνεται άραγε απ’ τον θρύλο της Πτώσεως; Φαίνεται πως μάλλον όχι. Έτσι πολύ εύκολα μπορεί να γίνει σύγχυση στο σημείο αυτό και να κατανοήσει κανείς άλλα αντί άλλων.

Ας το εξετάσουμε λιγάκι περισσότερο: Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η Εδέμ της Γενέσεως είναι συμβολική. Δεν αναφέρεται στην Δημιουργία την υλική, αλλά την πνευματική. Γιατί προ της Πτώσεως δεν μπορούσε να υπάρξει δημιουργία-ύλη, εφόσον η τελευταία, μόνο ένα επακολούθημα της Πτώσεως μπορεί να είναι. Αυτό το σημείο θα πρέπει να το προσέξουμε και να το καταλάβουμε καλά: Πριν να συμβεί η πνευματική “αμαρτία” την οποία εξηγήσαμε παραπάνω, η δημιουργία-ύλη δεν ήταν νοητή, γιατί δεν είχε κανέναν λόγο υπάρξεως, δεν δικαιολογείτο από τίποτε. Όταν λοιπόν λέει η Γραφή πως ο Θεός έκανε την Γη και τον Ουρανό, όλους τους αστέρες, τα ζώα και τα πτηνά, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι αυτά είναι συμβολικά και δεν μπορεί να αναφέρονται παρά στην πνευματική δημιουργία για την οποία μιλάνε τα Θεωρήματα της Παραδόσεώς μας. Όταν οι πρωτόπλαστοι αμάρτησαν, λέει η Γένεσις ότι ο Θεός τους εκδίωξε από τον Παράδεισο. Πού όμως τους έστειλε; Αυτό, και άλλα πολλά, δεν μας το λέει η Γραφή.

Ένα άλλο πράγμα που προκύπτει αναντίρρητα από την Γραφή είναι πως εφόσον οι Προπάτορές μας ήταν στον "Παράδεισο", δηλαδή στο πνευματικό επίπεδο, δεν είχαν απογόνους. Πράγματι η Γραφή μας μιλάει για τους Αρχαγγέλους και τους Αγγέλους, για Σεραφείμ και Χερουβείμ, για τους πρωτόπλαστους τον Αδάμ και την Εύα, πουθενά όμως δεν γίνεται λόγος για απογόνους των τελευταίων, οι πρώτοι δε από αυτούς αναφαίνονται για πρώτη φορά “έξω από τον Παράδεισο”, μετά την Πτώση, ως Κάιν και Άβελ.

Να λοιπόν δύο σημεία που χρειάζονται προσοχή, καθώς έχουν μεγάλη σημασία και η εξήγησή τους μπορεί να μας αποκαλύψει μεγάλα μυστήρια και αρχέγονες αλήθειες.

***

Ας αρχίσουμε πρώτα-πρώτα από την Δημιουργία-ύλη. Αφού ο Θεός δεν την είχε φτιάξει πριν από την Πτώση και πουθενά δεν αναφέρεται πώς την έφτιαξε μετά, ποιος λοιπόν την έκανε;

Νωρίτερα είπαμε ότι ο θρύλος της "Πτώσεως" αναφέρεται στις Παραδόσεις πολλών λαών, ίδιος στο νόημα, αλλά κάπως διαφορετικός στην εμφάνιση. Μέχρι τώρα, πήραμε την αφήγηση της Γενέσεως, αν ρίξουμε όμως μια ματιά σε άλλες παραδόσεις, θα δούμε μιαν άλλη εκδοχή, εξίσου γνωστή σε εμάς. Μιλάμε για τις μυθολογικές Κοσμογονίες, όπως είναι αυτή του Ησιόδου, του Ενώχ και άλλων, οι οποίες αναφέρουν ότι αρχικά οι Γίγαντες του Ουρανού προσπάθησαν να καταλάβουν την Γη και προέκυψε η διήγηση της πάλης μεταξύ Γιγάντων και Τιτάνων. Αφού δε οι Γίγαντες κατόρθωσαν να νικήσουν του Τιτάνες, “γνώρισαν” τις κόρες της Γης και άρχισε να δημιουργείται το ανθρώπινο γένος. Κατά τι διαφέρει η εκδοχή αυτή από εκείνην της Γενέσεως; Δεν διαφέρει, αντίθετα μάλιστα την συμπληρώνει κατά τούτο:

Στην απόφαση των Γιγάντων να καταλάβουν την Γη θα πρέπει να "βλέπουμε" πως ανώτερες πνευματικές ιεραρχίες του Ουρανού υπέπεσαν στην αμαρτία του πνεύματος και δημιούργησαν την ύλη. Είναι αυτό αληθές; Στέκεται λογικά; Βεβαίως ναι. Μην ξεχνάτε πως ο Θεός δεν έκανε την Δημιουργία-ύλη, πως οι άνθρωποι, απόγονοι των πρωτοπλάστων ανεφάνησαν μόνον μετά την δημιουργία αυτή. Άρα το μόνο δυνατό και λογικό συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι εκείνοι που δημιούργησαν την ύλη είναι οι Προπάτορές μας, αφού εγκατέλειψαν τον Παράδεισο. Ποια όμως σχέση υπάρχει μεταξύ ημών των ανθρώπων και αυτών που αποκαλούμε Προπάτορές μας;

Είναι άραγε η ίδια που υπάρχει μεταξύ γονιών και παιδιών ανθρώπων; Ασφαλώς και όχι. Γιατί ξέρουμε πολύ καλά πως τα παιδιά μας δεν είναι δημιουργήματα δικά μας, η δε ενέργειά μας στην τεκνογονία περιορίζεται απλώς στο να ετοιμάζουμε ένα σκήνωμα, ένα σώμα υλικό, μέσα στο οποίο έρχεται να κατοικήσει μία πνευματική οντότητα που δεν απορρέει από εμάς, αλλά είναι ισάξια με μας. Η τεκνογονία δηλαδή στους ανθρώπους υπάρχει μόνον κατά την σάρκα.

Μεταξύ όμως των Πρωτόπλαστων και των απογόνων τους, η σχέση είναι διαφορετική. Γιατί εκεί πρόκειται για πραγματική “πνευματογονία”. Οι ανώτερες δηλαδή πνευματικές ιεραρχίες δεν δημιουργούν σώματα στα οποία θα κατοικήσουν πνεύματα ισάξια με αυτές, αλλά ακτινοβολούν από τον εαυτόν τους πνευματικές οντότητες δευτερεύουσες, τριτεύουσες κ.ο.κ., οι οποίες έρχονται και κατοικούν στα σώματα που ετοιμάζουμε εμείς οι άνθρωποι. Από αυτό καταλαβαίνουμε πως η διαφορά η οποία υπάρχει μεταξύ των ανθρώπων-απογόνων και των Προπατόρων τους είναι κολοσσιαία, όσον αφορά την ανωτερότητα, την δυνητικότητα και την συνείδηση.

Και τώρα μπορούμε να καταλάβουμε το πώς εμείς οι ταπεινοί, οι αδύναμοι και πολύ σχετικοί πνεύματα-άνθρωποι, δεν θα ήταν δυνατόν ούτε να συλλάβουμε, ούτε να εκτελέσουμε, την “αμαρτία” του Πνεύματος, όχι μόνον γιατί δεν θα είχαμε την δυνητικότητα για κάτι τέτοιο, αλλά επίσης γιατί ούτε καν υπήρχαμε τότε. Εκείνοι που το έκαναν, είναι οντότητες πνευματικές, τεράστιες, ανάλογες σε μέγεθος και δύναμη με το σφάλμα τους. Αυτές είναι που όταν εκδιώχθηκαν από το πνευματικό επίπεδο-παράδεισο, δημιούργησαν από το χάος την ύλη, την συνέταξαν, την τακτοποίησαν, και έκαναν εκείνο που αποκαλούμε σήμερα δημιουργία-υλική, εμπρός στην τελειότητα και τη σοφία της οποίας ο δικός μας σχετικός νους παθαίνει ίλιγγο, μια ακόμη δηλαδή απόδειξη πως δεν είναι έργο δικό μας.

Όταν οι Γεννήτορές μας, οι πνευματικοί, προόδευσαν αρκετά το κολοσσιαίο έργο της Δημιουργίας, δημιούργησαν και εμάς τους ανθρώπους και μας έστειλαν στην Γη για να επωφεληθούμε από την Δημιουργία, συμμεριζόμενοι τον αγώνα τους.

Μπορούμε άραγε μέσα στην ανθρωπότητα να βρούμε όντα που να διαφέρουν μεταξύ τους όσο φανταζόμαστε ότι διαφέρουν οι πνευματικοί μας Γεννήτορες από εμάς; Ασφαλώς ναι. Απ’ τον καιρό που εκδηλώθηκαν οι άνθρωποι στην Γη, βλέπουμε να χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες. Στον πολύ κόσμο, στην ανθρώπινη μάζα, που ακολουθεί τον δρόμο της ασυνείδητα, και σε λίγους εκλεκτούς, που εμφανίζονται κατά καιρούς και φανερώνουν τον δρόμο που οφείλει να ακολουθήσει, την βοηθούν και την καθοδηγούν. Είναι όλοι εκείνοι που από την πρώτη στιγμή άρχισαν να διδάσκουν τους ανθρώπους, στην γεωργία, στην επιστήμη, στην θρησκεία ή στην φιλοσοφία, και σε όποιο άλλο επίπεδο σημειώθηκε και σημειώνεται πρόοδος στην ανθρωπότητα.

Τους ανθρώπους αυτούς, που τους διακρίνει πάντα μια μεγάλη αυτοθυσία, οι οποίοι θυσιάζονται πάντα για το κοινό καλό, εμείς οι κοινοί άνθρωποι, που τίποτε το εξαιρετικό δεν κάνουμε, τους θαυμάζουμε και έχουμε την πεποίθηση πως πρόκειται για εξαιρετικά πνεύματα. Αυτοί είναι οι Γεννήτορές μας, αυτοί μας οδηγούν, και προπορεύονται στον δύσκολο δρόμο που έχουμε να ακολουθήσουμε. Εμείς οι απλοί άνθρωποι νιώθουμε καθαρά, πώς ό,τι κάνουν εκείνοι προς εμάς, δεν είναι δεδομένο και για εμάς ότι μπορούμε επίσης να το κάνουμε.

Κι έτσι βλέπετε πως ασχολούμενοι με μύθους και παραδόσεις τις οποίες ο δήθεν “θετικός άνθρωπος” περιφρονεί ειρωνικά, κατορθώνουμε να καταλήξουμε σε συμπεράσματα πολύ διαφωτιστικά, να καθαρίσουμε και να διευρύνουμε τον πνευματικό μας ορίζοντα και να αρχίσουμε να διακρίνουμε, όχι και πολύ μακριά, την λύση του προβλήματος που μας απασχολεί.

***

Ποια είναι λοιπόν τα γενικά αλλά και τα συγκεκριμένα συμπεράσματα που βγαίνουν από όσα είπαμε μέχρι τώρα;

Πρώτον: Ανώτερες Πνευματικές Ιεραρχίες που αποκαλούμε "Προπάτορές" μας, υπέπεσαν στην “αμαρτία” του Πνεύματος, η οποία συνίσταται στην έξαρση του “εγώ”. Δημιούργησαν την ύλη, και αφού εκδιώχθηκαν από το Βασίλειο του Ουρανού, μετανόησαν και άρχισαν, επανορθώνοντας το σφάλμα τους, να τακτοποιούν το Χάος, δημιουργώντας την υλική δημιουργία. Με άλλα λόγια, αφού μετέτρεψαν με την πράξη τους ένα μέρος πνεύματος-ύλης, μετανόησαν και ανέλαβαν να το πνευματοποιήσουν και πάλι. Κι αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά με μια βαθμιαία εξέλιξη της ύλης, από πυκνά και άτακτα στρώματα, σε ολοένα και πιο αιθέρια, πιο άυλα και πιο συνειδητά.

Δεύτερον: Οι ίδιες Ανώτερες Ιεραρχίες απ' την κατώτερη υπόστασή τους δημιούργησαν κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσή τους, τους ανθρώπους-πνεύματα, τους οποίους αποστέλλουν στην υλική δημιουργία για να εξελιχθούν και να καταστούν αιώνιοι σαν κι αυτές.

Τρίτον: Υποπέσαντες στο "σφάλμα", και υπεύθυνες γι’ αυτό, είναι οι Ανώτερες Ιεραρχίες. Εμείς οι άνθρωποι το συμμεριστήκαμε ως μάζα, όντας κατώτεροι των οντοτήτων αυτών, όπως μπορεί το σώμα μας να λάβει μέρος ασυνείδητα σε μία σφαλερή πράξη του πνεύματός μας.

Τέταρτον: Εμείς οι άνθρωποι δημιουργηθήκαμε μετά την Πτώση για να μπορέσουμε να επωφεληθούμε του κολοσσιαίου εξελικτικού έργου των Γιγάντων και να επιστρέψουμε μαζί τους στα Ουράνια Δώματα, όχι πια σαν μάζα ασυνείδητη, αλλά ως οντότητες συνειδητές και αιώνιες.

Πέμπτον: Η Υπέρτατη Ύπαρξη, ο Θεός, δεν έλαβε μέρος στο "φιάσκο" της υλικής δημιουργίας, η οποία είναι ένα έργο "λάθους".

Αδελφοί και Αδελφές μου,

προσπάθησα με σκέψεις απλές και επιχειρήματα όχι πολύ αφηρημένα, να σας οδηγήσω σιγά-σιγά στην κατανόηση του ζητήματος, η οποία μπορεί να μας προσφέρει την ποθητή για εμάς ευδαιμονία.

Η υλική δημιουργία, χρησιμεύει ως μέσον επανορθωτικού εξαγνισμού των πεπλανημένων και εξυπηρετεί ταυτόχρονα την Εξέλιξη των ανθρώπων.

Ο άνθρωπος, έχει ως σκοπό να δημιουργήσει-μεταμορφώσει τον εαυτό του, μέσω ακριβώς της υλικής δημιουργίας, σε προσωπικότητα-οντότητα άφθαρτη και αιώνια. Ένας τέτοιος σκοπός φαίνεται να μην ικανοποιεί εκ πρώτης όψεως τον κοινό άνθρωπο. Κι αυτό είναι φυσικό. Συνηθισμένος να ασχολείται με την ικανοποίηση των άμεσων αναγκών του, οι οποίες είναι γι’ αυτόν χειροπιαστές, αλλά και πιο επιτακτικές, δεν ενθουσιάζεται με την σκέψη πως εργάζεται εδώ κάτω, αγωνίζεται και υποφέρει, για να κερδίσει μια αιώνια, αληθινή Ζωή “κάπου αλλού”.

Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος πάλι άνθρωπος, πιστεύει ακράδαντα στη μετά θάνατον ζωή. Αυτό του είναι μία αυθόρμητα ριζωμένη πεποίθηση, όχι όπως μερικοί θέλουν να τον κάνει να πιστέψει, γιατί του την ρίζωσαν κάποιοι ιερείς, ή γιατί ικανοποιεί την ματαιοδοξία του, αλλά απλώς γιατί ανταποκρίνεται σε μία εσωτερική και ασυνείδητη ανάγκη του, σε μια εσωτερική πραγματικότητα.

Χωρίς αυτήν, τα πάντα για τον άνθρωπο καταρρέουν, το κάθε τι χάνει την υπόσταση και την σημασία του, αυτός δε ο ίδιος αποβαίνει το “παιχνίδι” μιας άσπλαχνης μητριάς, της Φύσης, που αφού παίξει για λίγο μαζί του και τον βασανίσει ποικιλότροπα, τον ρίχνει στη συνέχεια στην ανυπαρξία…

Για τον λόγο αυτό, καμία πρόοδος, καμία θεωρία επιστημονική ή φιλοσοφική, δεν κατόρθωσε, ούτε θα κατορθώσει, να του ξεριζώσει αυτήν την έμφυτη, αρχέγονη, πεποίθηση.

Ο άνθρωπος όμως είναι υποκριτής, και προκειμένου να εξυπηρετήσει τα υλικά του πάθη και ελαττώματα, την ξεχνάει πότε-πότε θεληματικά, για να την ξαναθυμηθεί κάθε φορά που βρίσκεται σε δύσκολη θέση...

Εκτός όμως από αυτήν την έμφυτη πεποίθηση του ανθρώπου, έχουμε και μια μαρτυρία πολύ πιο βαρυσήμαντη για την μετά θάνατον ζωή. Είναι οι μυστηριώδεις εκείνοι λόγοι του Ενσαρκωμένου Θεού, καθώς και οι λόγοι που βάζει στο στόμα του ο Αποκαλυπτής Ιωάννης. Τόσον ο ίδιος ο Χριστός στο Ευαγγέλιο, όσο και μέσω του Ιωάννου στην Αποκάλυψη, λέγει επανειλημμένως απευθυνόμενος στους πιστούς του, ότι αν πράξουν σύμφωνα με τις εντολές του, θα τους προφυλάξει από τον “δεύτερο θάνατο”.

Μας λέει δηλαδή ο Χριστός απροκάλυπτα, πως εκτός απ’ τον "πρώτο", τον φυσικό θάνατο, που είναι σε όλους μας γνωστός, υπάρχει και ένας “δεύτερος θάνατος” απ’ τον οποίο Εκείνος μας προφυλάσσει, εάν εκτελούμε τις Εντολές Του. Και ασφαλώς δεν πρόκειται εδώ για την “κόλαση”, γιατί η κόλαση δεν είναι θάνατος, αλλά “ζωή” μαρτυρική αιώνια.

Για να υπάρχει όμως “δεύτερος θάνατος”, σημαίνει πως αφού πεθάνουμε φυσικώς μια πρώτη φορά, δηλαδή όταν εγκαταλείψουμε το φυσικό μας σώμα, εξακολουθούμε να ζούμε σε ένα άλλο επίπεδο, και πως αν και στο επίπεδο εκείνο αποφύγουμε τον “δεύτερο θάνατο”, τότε θα εξακολουθούμε να υπάρχουμε αιώνια. Για το ζήτημα αυτό του “δευτέρου θανάτου”, σας παραπέμπτω στην ωραία αποκάλυψη που μας έχει κάνει ο σεβαστός μας Διδάσκαλος Δώρος (Δημήτριος Σεμελάς).

***

Κατόπιν όλων αυτών, ποιός είναι τελικά, ο "σκοπός" του ανθρώπου;

Μα, η κατάσταση της Αιωνιότητας! Αυτός είναι ο σκοπός μας, εάν το σκεφτούμε καλά. Η απλή όμως διαπίστωση του σκοπού αυτού, είναι και αρκετή για να μας κάνει να τον κατανοήσουμε; Ίσως όχι, γι’ αυτό και δεν θα ήταν άσκοπο να επεκταθούμε λιγάκι παραπάνω.   

Από όσα είπαμε, φαίνεται πως τα πάντα, τόσο η Δημιουργία όσο και ο Άνθρωπος, υπόκεινται σε έναν γενικό Νόμο, το Νόμο της Εξελίξεως. Είναι ο Νόμος που μας φέρνει εξακολουθητικά προς τα εμπρός, που μας πλησιάζει ολοένα προς το τέρμα μας (Εντελέχεια = "εντός το τέλος έχω"). Από την Εξέλιξη αυτή μπορεί να προκύψουν διάφορα αποτελέσματα και νέες συνθήκες. Συνήθως όμως ο άνθρωπος συγχέει  την Εξέλιξη με την Πρόοδο, μεταξύ των οποίων υπάρχει μεγάλη και ουσιώδης διαφορά.

Με την Πρόοδο, αποκτούμε νέα εφόδια ή δημιουργούμε διαφορετικές συνθήκες υλικής ζωής. Ο ηλεκτρισμός, ο τηλέγραφος, η ατομική ενέργεια, είναι Πρόοδος. Όταν ο άνθρωπος αποκτά μια νέα δυνητικότητα, επιτελεί μια νέα Πρόοδο για τον εαυτό του, είναι δηλαδή καλύτερα εξοπλισμένος για την ζωή.

Η Εξέλιξη όμως είναι κάτι διαφορετικό! Μπορεί να είναι ατομική ή συλλογική. Στην ολότητα, στην κοινωνία, εκδηλώνεται με ανώτερες, όχι ευκολότερες, συνθήκες κοινωνικής συμβιώσεως. Στον άνθρωπο, εκδηλώνεται όχι απλώς με την δημιουργία καινούργιων αρετών, αλλά με την δημιουργία ενός ανώτερου “Είναι”! Η γέννηση, για παράδειγμα, στον άνθρωπο ενός Ιδεώδους, η ενεργητική εκδήλωση του αισθήματος της δικαιοσύνης και του αλτρουισμού, η κυριαρχία επί του εαυτού του, η φώτιση του πνεύματός του, είναι δείγματα εξελίξεως, όχι προόδου.

Όσο περισσότερο εξελίσσεται λοιπόν ένας άνθρωπος, τόσο περισσότερο ανέρχεται και προς την εικόνα του Αρχετύπου του, προς την εικόνα του Πνευματικού του Γεννήτορος. Και όταν κατορθώσει να φτάσει με κόπο και θυσία, να εκδηλώσει  στον κόσμο αυτόν της ασταθούς ισορροπίας όπου βρισκόμαστε, την “εικόνα” της “Πηγής” του, χωρίς ατέλειες και ελλείψεις, τότε έχει φθάσει στον ακραίο του Σταθμό, που πιο πέρα δεν του είναι δεδομένο να προχωρήσει, γιατί έχει εκπληρώσει τον "σκοπό" του και πήρε στην πνευματική δημιουργία την θέση που του ανήκει και η οποία πηγάζει από την “φύση” του.

Όταν ο άνθρωπος φτάσει σ’ αυτό το σημείο εξελίξεως, φυσικό επακόλουθο είναι να περιέλθει σε Κατάσταση Αιωνιότητας, δηλαδή η Πνευματική του Προσωπικότητα έχει τόσο εξαγνιστεί, έχει τόσο καλλιεργηθεί και εξελιχθεί, ώστε είναι πια “αδιάφθορη”. Δεν υπόκειται δηλαδή στην προσβολή και στην επήρεια κανενός Νόμου της Δημιουργίας! Μένει εσαεί και απολαμβάνει ανενόχλητα το πλήρες απάνθισμα και την ολοκληρωτική εκδήλωση των δυνητικοτήτων της. Βρίσκεται πλέον στο Νιρβάνα, στο Πλήρωμα, στον Παράδεισο.

Η Αιωνιότητα, δεν είναι καμία αρετή ή ικανότητα που αποκτούμε με την τάδε ή την δείνα προσπάθεια. Είναι μία φυσική κατάσταση, στην οποία περιέρχεται ο άνθρωπος-πνεύμα, όταν φθάσει στον ακραίο σταθμό της Εξελίξεώς του. Η δε Εξέλιξη αυτή, και η Αιωνιότητα που επακολουθεί, δεν είναι κάποια ανταμοιβή που του δίδεται, αλλά μία Κατάσταση δική του, φυσικό επακόλουθο των προσπαθειών και της πορείας του.

Και αν δεν το αναγνωρίσει και δεν αγωνιστεί και δεν το επιτύχει, δεν πέφτει, όπως μας λένε οι θρησκείες, στην άγονη, άσκοπη ζωή της "αιώνιας κόλασης" που κάνει την ψυχή και τον νου μας να επαναστατούν, αλλά υπόκειται απλώς στους Νόμους της Δημιουργίας και χάνεται… Πεθαίνει δηλαδή μία ακόμη, δεύτερη φορά, ξαναγίνεται μάζα πνευματική, χάνει την προσωπικότητα που είχε προσωρινά δημιουργηθεί. Πνεύμα ήταν και Πνεύμα ξαναγίνεται, αλλά Πνεύμα μαζικό, χωρίς οντότητα και χωρίς συνείδηση.

Είναι κάτι ανάλογο, αλλά πολύ πιο τρομερό, με το δράμα του ανθρώπου που, αφού του δόθηκε η ευκαιρία να δει με τα μάτια του όλες τις ομορφιές της Δημιουργίας, χάνει το φως του. Αλλά σ’ αυτόν, παραμένει τουλάχιστον η ανάμνηση. Σε εκείνον όμως που πεθαίνει για δεύτερη φορά δεν μένει τίποτε, αφού απλώς παύει να υπάρχει.

Κι αυτός ο Νόμος, του "δεύτερου θανάτου", δεν εκδηλώνεται σαν τιμωρία, αλλά είναι η φυσική συνέπεια μιας ανάλογης ζωής. Κι όπως από το σώμα ξαναγίνονται πάλι καινούργια σώματα, έτσι και απ’ το μαζικό Πνεύμα, θα ξαναγίνουν πάλι νέες προσωπικότητες, θα παλέψουν και θα ξαναχαθούν, μέχρις ότου όλη η “μάζα του Πνεύματος” που είναι ενδεδειγμένη γι’ αυτόν τον σκοπό, αποκρυσταλλωθεί σε προσωπικότητες-οντότητες συνειδητές, άφθαρτες και αιώνιες.

***

Μένει ακόμη να εξετάσουμε ποιος είναι ο Δρόμος που οδηγεί στην Κατάσταση της Αιωνιότητας, ο οποίος προφυλάσσει από τον “δεύτερο θάνατο”. Είναι πολύ εύκολο να τον βρούμε, εάν μείνουμε συνεπείς προς όσα είπαμε στην αρχή.

Μολονότι δεν είμαστε οι πρωταρχικοί υπεύθυνοι της “πνευματικής πτώσης”, την συμμεριστήκαμε ως μάζα των Γεννητόρων μας. Αφού δε οι Γεννήτορές μας, οι πνευματικοί, χρησιμοποιούν την τελειοποίηση της Δημιουργίας ως εξαγνιστική επανόρθωση του αρχικού τους σφάλματος, είναι πολύ εύκολο να καταλάβουμε ότι για να ξαναγυρίσουμε κι εμείς μαζί τους εξαγνισμένοι και τελειοποιημένοι, είμαστε υποχρεωμένοι να ακολουθήσουμε τον ίδιο "Δρόμο" με αυτούς, να υιοθετήσουμε τον ίδιο "Τρόπο".

Αφού δε η “αμαρτία” του Πνεύματος ήταν η έξαρση του “εγώ” εις βάρος της Ενιαίας Συνειδήσεως του Πνεύματος, είναι φανερό πως ο μοναδικός τρόπος επανορθώσεως των μεν (Γεννητόρων) και εξελίξεως των δε (των ενσαρκωμένων ανθρώπων), είναι η απάρνηση του ατομικού “εγώ” και η έξαρση εντός μας της “Οικουμενικής Συνειδήσεως”.

Πώς λοιπόν μπορούμε να επιτύχουμε τα δύο αυτά πράγματα, την απάρνηση του ατομικού “εγώ” και την αντικατάστασή του με την “ενιαία οικουμενική συνείδηση”; Θα περιοριστούμε εδώ σε μερικά γενικά σημεία:

Η καλλιέργεια εντός μας της “οικουμενικής συνειδήσεως” γίνεται με την διεξαγωγή ενός αγώνα αμείλικτου και εξακολουθητικού, κατά του αισθήματος του εγωισμού, που σαν τύραννος είναι θρονιασμένο μέσα μας και έχει απλώσει τις ρίζες του βαθιά σε ολόκληρο το “είναι” μας.

Αφού λοιπόν πρώτα-πρώτα εξαγνίσουμε την εσωτερική μας όραση, αφού ανοίξουμε τα μάτια της ψυχής μας, αφού αντιληφθούμε πως είμαστε πνεύματα και όχι σώματα, και πως, κατά συνέπεια, στον πραγματικό κόσμο, τον πνευματικό, ο διαχωρισμός είναι κάτι ανύπαρκτο, θα πρέπει να επιδοθούμε, ως καλοί καλλιεργητές, στο να ξεριζώσουμε από μέσα μας τα ζιζάνια που γεμίζουν τον εσωτερικό μας κήπο και να γκρεμίσουμε και να εξουδετερώσουμε κάθε φράγμα που χωρίζει τους ανθρώπους και τους εμποδίζει να βλέπουν τον εαυτό τους ως μέλη του ίδιου Σώματος, ως τέκνα της ίδιας Μητέρας.

Με άλλα λόγια, οφείλουμε να φροντίσουμε ώστε κάθε μας πράξη, κάθε μας συναίσθημα και κάθε μας σκέψη, αντί να εμπνέονται από αυτό που νομίζουμε πως είναι το ατομικό μας και μόνον συμφέρον, να υπαγορεύονται από το αίσθημα αλληλεγγύης και αμοιβαιότητας προς τους άλλους ανθρώπους, τους οποίους νιώθουμε πια ως “άλλους εαυτούς” μας και όχι ως ξένους κι αγνώστους, που είτε τους εκμεταλλευόμαστε είτε μας εκμεταλλεύονται.

Πράττοντας έτσι, το πέπλο που βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας πέφτει, το σκοτάδι που μας περικαλύπτει φωτίζεται, η συνείδησή μας διευρύνεται ολοένα και περισσότερο και με την δική μας εξέλιξη, βοηθάμε και την εξέλιξη των συνανθρώπων μας και συντελούμε στην εφαρμογή του Νόμου της Αμοιβαιότητας, που είναι ο μόνος ικανός να εξασφαλίσει στην Ανθρωπότητα ένα δίκαιο και ευδαιμονικό πεπρωμένο, που όλοι μας ποθούμε και προσμένουμε!

Κι έτσι, βλέπουμε πως ακολουθώντας τον "Δρόμο" που μας φέρνει στον σκοπό μας, εξασφαλίζουμε ταυτόχρονα και την ευτυχία μας την κοσμική, για την οποία τόσο πολύ παλεύει ο άνθρωπος ανά τους αιώνες. Από αυτό και μόνο μπορούμε να καταλάβουμε πόσο μάταιες, πόσο άκαρπες και πόσο άγονες είναι όλες οι προσπάθειες, που χωρίς να καθορίσουν στον άνθρωπο τον σκοπό του, επιδιώκουν όμως να τον κάνουν “να ευτυχήσει”.

Με το να παραθέσουμε αυτές τις σκέψεις μας, καταλήξαμε να διατυπώσουμε μια θεωρία η οποία είναι ασφαλώς πολύ πιο παρήγορη, πολύ πιο δημιουργική και αισιόδοξη από άλλες, οι οποίες περιβεβλημένες δήθεν την σοφία και την επιστήμη, προσπαθούν να πείσουν τον άνθρωπο πως είναι χώμα και πως χώμα θα ξαναγίνει.

Η ευθύνη τους είναι τεράστια γιατί σκοτώνουν στον άνθρωπο ό,τι πιο ευγενικό και ωραίο υπάρχει μέσα του και τον αποτρέπουν, χωρίς ίσως να το θέλουν και χωρίς να το επιδιώκουν, από καθετί το ανώτερο, σπέρνοντας εντός του την αγανάκτηση, την πίκρα και την δικαιολόγηση της αχαλίνωτης ικανοποίησης των παθών και των ελαττωμάτων του.

Αδελφοί και Αδελφές μου,

Αυτά είχα να σας πω για τον σκοπό του ανθρώπου, για τον σκοπό όλων μας. Αντιλαμβάνομαι βέβαια πως περιορίστηκα μόνον στις γενικές γραμμές του ζητήματος και πως προσπάθησα να σας δώσω μια μάλλον συνθετική άποψη, καθώς η λεπτομερειακή του εξέταση θα μας πήγαινε πολύ μακριά.

Άλλωστε, πολλές Διδασκαλίες του Τάγματός μας, για να μην πω όλες, σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το θέμα και συμπληρώνουν όλα τα κενά. Γιατί αν σκοπός του ανθρώπου είναι να αποκτήσει την Αιωνιότητα, σκοπός του Τάγματός μας είναι να βοηθήσει τον άνθρωπο να εκτελέσει με απλότητα τον σκοπό του.

Γι’ αυτό και οι Σεβαστοί μας Διδάσκαλοι Δώρος (Δημήτριος Σεμελάς) και Δώρα (Μαρία Ρουτσίν-Ντυπρέ), προίκισαν το Τάγμα με τόση Διδασκαλία και με τόσο εμβριθείς Αποκαλύψεις, που απαντούν σε όλα μας τα ερωτηματικά και μας χαράζουν φωτεινό τον Δρόμο της Αμοιβαιότητας και της Αλληλεγγύης των Ανθρώπων, που μόνος άγει στον Σκοπό μας.

Εκ του Αρχείου της Αδελφότητάς μας

Ταγματική Ομιλία, προ 60 περίπου ετών, του τότε Άρχοντος Ταξιάρχη του Τάγματος, Γεωργίου Α.+ 


Τα διακριτικά των μελών του Τάγματος των Ιπποτών του Κρίνου και του Αετού
 
Λεπτομέρεια Αίθουσας Κολλεγίου του Τάγματος
 

 

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

    22. ΕΞΙ ΕΠΙΓΝΩΣΕΙΣ   (Για τον οξυδερκή και τον βραδύνου μαθητή)   I . "Ο οξυδερκής μαθητής είναι ένας ερευνητής.  Ακούει, α...

ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ!