41. Η ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ

 [Μυητικό Αφήγημα από την Παράδοση του Ρόδου]

(Αύγουστος 2021)


Ο ήλιος έδυε πίσω απ’ την κοιλάδα του Ιορδάνη βάφοντας τη δύση με τους πιο εκθαμβωτικούς παιχνιδισμούς χρωμάτων. Τα κίτρινα συναγωνίζονταν τα πορφυρά, λεπτές φαιοπράσινες ραβδώσεις έμπαιναν εδώ κι εκεί κι έδιναν ένα παράξενο τόνο στον ουρανό αυτόν της Ανατολής, ο οποίος ήταν γαλάζιος στο ζενίθ και είχε το βάθος του απείρου. Το παν χρύσιζε απ’ την λαμπρότητα αυτή, που έκανε ακόμη πιο ωραίο το μεγαλείο του τοπίου.

Στην άγρια γη της Παλαιστίνης, η φύση φαινόταν να βρίσκεται σε περισυλλογή. Θα έλεγε κανείς, ότι περίμενε κάποιο μεγάλο γεγονός, γιατί η φύση, αυτή η έκφραση της Θείας Σκέψης, το αισθάνεται, όταν πρόκειται να εκπληρωθεί κάποια απ' τις βουλές του Θεού.

Δυο άντρες σκαρφάλωναν στο Όρος Όσσα, ανατολικά του Ιορδάνη, στο όριο της Αραβικής Ερήμου. Από κει έβλεπε κανείς το Όρος Νέμπο να διαγράφεται στο βάθος της ομίχλης. Κάθε ευλαβικός μαθητής θα έπεφτε σε περισυλλογή μπρος στο κύμα των αναμνήσεων που προκαλούσαν τα μέρη αυτά. Αυτή ήταν λοιπόν η οροσειρά Αμπαρίμ, το τελευταίο καταφύγιο των Θείων Απεσταλμένων; Ο Μωυσής δεν ήταν που ανέβηκε στο Όρος Νέμπο, για ν' αποτραβηχτεί απ' τη μεγαλειώδη ζωή που είχε ζήσει;

Ποιος άραγε μυστηριώδης σκοπός οδηγούσε εκεί τους δυο αυτούς ανθρώπους με την παράξενη όψη, που πλησίαζαν την κορυφή του βουνού;

Ο ένας απ' αυτούς ήταν ηλικιωμένος, ψηλός και ρωμαλέος, με πρόσωπο σημαδεμένο από ευλογιά. Ήταν ντυμένος όπως οι νομάδες βεδουίνοι, μ' έναν καστανόχρωμο μακρύ χιτώνα κάτω από ένα φαρδύ τετράγωνο μανδύα, από μαύρο χοντρό μαλλί με κόκκινες ρίγες. Το βλέμμα του ήταν ήρεμο και το πρόσωπό του έδειχνε τέλεια γαλήνη. Σίγουρα επρόκειτο για έναν Διδάσκαλο.

Ο άλλος, πολύ νεώτερος, με μέτριο ανάστημα, είχε το βλέμμα προσηλωμένο κάτω στη γη και μεγάλη θλίψη ήταν χαραγμένη στο πρόσωπό του. Τον βασάνιζε αγωνία, έκλαιγε, αναστέναζε κι έλεγε:

- Διδάσκαλε, μου φανερώνεις πολύ θλιβερό νέο που συνταράζει την καρδιά μου και καταθλίβει το πνεύμα μου. Γιατί λες, Διδάσκαλε, πως η ώρα του θανάτου σου πλησιάζει και με προσκαλείς να παραστώ στη φοβερή αυτή στιγμή;

- Ναι, αγαπητό μου παιδί, απαντούσε ο Διδάσκαλος. Πλησιάζει η ώρα που ο Θεός, ο Κύριός μου, πρόκειται να με καλέσει κοντά Του. Αλλά, γιατί η λύπη, γιατί τα δάκρυα; 

Δεν γνωρίζεις πως όταν χωριζόμαστε από εκείνους που αγαπούμε κάτω στη γη, πρόκειται να ενωθούμε για πάντα με εκείνους που βρίσκονται στους ουρανούς; 

Δεν γνωρίζεις, ότι ο θάνατος είναι Χάρη που μας παρέχει ο Θεός, ότι είναι το κάλεσμα στην Υπέρτατη Συνείδηση, ότι είναι αμοιβή για την αποστολή που εκπληρώθηκε; 

Γιατί, ολιγόπιστε, θλίβεσαι απ' την ώρα που σου αναγγέλθηκε αυτό το νέο; Γιατί η σιγή δεν σταματά το ενδιαφέρον για τον εαυτό σου, που φανερώνεται μέσα από τις λύπες του; Γιατί κλαις; 

Κλαις, όχι γιατί πεθαίνω, αλλά γιατί φεύγοντας θα αφήσω κενό στο πνεύμα και στην ψυχή σου. 

Κλαις, γιατί δημιουργείται μέσα σου κενό. Κι ο φόβος αυτού του κενού σε κατατρομάζει. Το κενό αυτό δεν είναι άραγε η τιμωρία για σένα και τη Φυλή που στασίασε; Μπορεί να' ναι αλλιώς; Δεν είναι άραγε δίκαιο, η ταραχή αυτή που προξένησες, εσύ κι οι αδελφοί σου, να βρει εδώ, στον κόσμο των παραστάσεων, αυτό που της αξίζει; Δεν είναι επίσης δίκαιο να υποφέρεις απ' τις θλίψεις των νόμων που προκάλεσες;

Μπορείς να σχηματίσεις κάποια ιδέα; Μπορείς να συλλάβεις, μέσα στο αποκλεισμένο από την ενθύμηση ον σου, το δράμα που κάποια συνειδητά πνεύματα προκάλεσαν πριν από τον Χρόνο; Και μπορείς, πνεύμα συσκοτισμένο που συμπυκνώθηκε μέσα στην ύλη, μπορείς, λέω, να διαισθανθείς μέσα σε μια ενορατική αναλαμπή εκείνο που ήταν, εκείνο που υπήρξε και εκείνο που υπάρχει;

Βρισκόμασταν όλοι εντός της Μονάδος, στον Ουρανό, στον κοινό μας Πατέρα. Ήταν ο Παράδεισος, η Χαρά, η Ευδαιμονία! Το κενό δεν τάραζε την ουσία μας, δεν τρόμαζε το πνεύμα μας. Ο φόβος, ο τρόμος κι η ταραχή μας ήταν άγνωστα. Και το πνεύμα επαναστάτησε, βυθίστηκε μέσα στα στοιχεία κι έγινε άνθρωπος. Εγκαταλείψατε τα ουράνια δώματα, γιατί παρασυρθήκατε απ'  τα θέλγητρα της ύλης και χαθήκατε μέσα στους κατώτερους κόσμους και, με την απερισκεψία σας, δημιουργήσατε κενό στον Ουρανό.

Η χορεία του Θεού μας σημαδεύτηκε και υπέφερε απ' τον χωρισμό των οντοτήτων που απέρρευσαν απ’ Αυτόν. Κι επειδή, ένεκα του μοιραίου των νόμων, δημιουργήσατε πόνο στον Ουρανό, υποφέρετε κι εσείς εδώ στη Γη. Η θλίψη του Θεού, σας καταδιώκει και θα σας καταδιώκει για πολύ ακόμη. Το κενό, το φρικτό κενό, θα είναι η τιμωρία σας...

Την στιγμή εκείνη, μια αστραπή έσχισε τους ουρανούς, που ήταν όμως φωτεινοί και γαλήνιοι, και μια φωνή αντήχησε:

- ΗΛΙΑ !

Ο Διδάσκαλος σήκωσε τα μάτια του ψηλά και απάντησε:

- Έρχομαι, Κύριε και Διδάσκαλέ μου.

Ο μαθητής έπεσε κατά γης, έκρυψε το πρόσωπό του στα χέρια του, αναστέναξε πικρά κι είπε:

- Διδάσκαλε, μη μ' εγκαταλείψεις μ' αυτόν τον τρόπο. Λυπήσου έναν αθώο που φέρει τα σφάλματα των αδελφών του και που είναι δυστυχής επειδή εκείνοι απέτυχαν.

- Οι αδελφοί σου δεν απέτυχαν, συνέχισε ο Διδάσκαλος. Ο καθένας τους φέρει μέσα του το ανάλογο μερίδιο του λάθους. Κλαις, όμως οι θρήνοι σου δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένδειξη του εγωισμού σου. Γιατί κλαις; Γιατί επιστρέφω στο Θεό μου, εκεί όπου βασιλεύει η ειρήνη; Κλαις, γιατί με γεμίζει η εύνοια του Θεού; Εγωιστή! Έπρεπε να είσαι ευτυχής για όλους αυτούς τους λόγους, αν μ' αγαπούσες πραγματικά. Αλλά όχι, λυπάσαι μπροστά σ' όλα αυτά. Κλαις για τον εαυτό σου. Κλαις, γιατί σ' εγκαταλείπω. Κλαις, γιατί δε θα ακούς πια την φωνή μου. Κλαις, γιατί μένεις μόνος. Όχι λοιπόν για μένα, εγωιστική ύπαρξη, αλλά για σένα λυπάσαι, πάντα για σένα.

Όσο ο Διδάσκαλος μιλούσε μ' αυτόν τον τρόπο, με αυστηρότητα, ο μαθητής, με δάκρυα, γονατιστός μπροστά του, κρατούσε την άκρη του χιτώνα του, όπως ένα παιδί κρατιέται απ’ το φουστάνι της μητέρας του.

Η συνομιλία διακόπηκε.

Δεύτερη αστραπή έσχισε την έκταση των ουρανών οι οποίοι ταράχτηκαν απότομα και μ' ένα κεραυνοβόλημα η ουράνια φωνή φωνάζει:

- ΗΛΙΑ !

Η ηχώ επανέλαβε το όνομα. Η δόνηση σκορπίστηκε και συγχωνεύτηκε μέσα στη φωνή της φύσης.

- Έρχομαι, Θεέ μου, Κύριε και Διδάσκαλέ μου, απάντησε ο Ηλίας, με το βλέμμα υψωμένο στο άπειρο. Και γυρίζοντας τότε στο μαθητή που βρισκόταν στα πόδια του, του λέει:

- Σήκω, Ελισσαίε, κι άκουσε τις τελευταίες μου παραγγελίες:

Όταν πεθάνω, θα εγκαταλείψεις τα μέρη αυτά και θα επιστρέψεις στην Άγια Πόλη. Θα καλέσεις τους πιστούς μου στον περίβολο του Ναού. Θα έχεις μια δέσμη από ρόδα, όχι περισσότερα από 72, γιατί 72 είναι ο αριθμός που κλείνει τον κύκλο των ετών μου σήμερα, 72 είναι οι Φύλακες του Νόμου, 72 είναι οι Άγγελοι που δεσπόζουν στην επιφάνεια της γης, γιατί 7 είναι οι Βασιλείς και 2 εκείνοι που τους γέννησαν. Θα δώσεις από ένα ρόδο στον καθένα απ' τους πιστούς κι αφού οι 72 Εκλεκτοί μυρίσουν το γλυκό άρωμά του, θα τους μεταβιβάσεις τους τελευταίους μου λόγους. Θα τους πεις; Ας ετοιμαστεί ο καθένας σας για αναχώρηση. Πλύνετε τα ρούχα σας και κάμετέ τα δέμα, για να μπορείτε να τα φέρετε στην πλάτη σας.

Έπειτα, εσύ και 6 από αυτούς, τους οποίους ο Θεός, ο Διδάσκαλός μου, έχει εκλέξει για να είστε 7, θα πάρετε ο καθένας σας από εννέα πιστούς κι έτσι θα σχηματίσετε 7 ομάδες των 10.

10 με οδηγό έναν απ' αυτούς, θα πάνε στη Συρία.

10 με οδηγό έναν απ' αυτούς θα πάνε στην Αίγυπτο.

10 με οδηγό έναν απ' αυτούς, θα πάνε στη Αραβία.

10 με οδηγό έναν απ' αυτούς, θα πάνε στην Ελλάδα.

10 με οδηγό έναν απ' αυτούς, θα πάνε στην Κυρηναϊκή.

10 με οδηγό έναν απ' αυτούς, θα πάνε στην Περσία.

Κι εσύ, με τους δικούς σου 9, εσείς οι 10 θα παραμείνετε στην Άγια Πόλη για τον συντονισμό και τη διεύθυνση του έργου.

Θα τους οδηγείς όλους με Δικαιοσύνη και Καλοσύνη. Τους δύο τελευταίους, που είναι επίσης εκλεκτοί -που είναι πατέρας και θυγατέρα- θα τους κρατήσεις κοντά σου και θα εργαστούν κι αυτοί για τον συντονισμό και για τον Ιερό Σκοπό.

Θα είναι στην υπηρεσία σου, όπως εσύ, και εσύ συν ένας. 

[ Σημ. 7 μέλη + 2 (πατέρας και θυγατέρα) + 1(ο Αόρατος Άρχων) = 10 (1+0=1) ]

Όταν όλοι οι πιστοί θα είναι καθαροί κι έτοιμοι για αναχώρηση, θα τους συγκεντρώσεις για τελευταία φορά στον περίβολο του Ναού. Θα λάβεις ακόμη μια δέσμη από 72 ρόδα, θα δώσεις από ένα ρόδο στον καθένα και θα τους πεις:

- Βλέπετε το άνθος αυτό; Είναι το ρόδο, το Σύμβολο της κοινής μας Ιδέας. Το ρόδο είναι το άνθος που βασιλεύει μεταξύ των φυτών. Κάτω απ' την αιγίδα του Συμβόλου αυτού θα προετοιμάσετε την Οδό Εκείνου που θα έλθει και ο οποίος, σαν το ρόδο, είναι ο Βασιλιάς του κόσμου και με το άρωμα Του θα γεμίσει Ζωή όλη τη γη.

Οι 72 θα σε ρωτήσουν:

- Πρόκειται για τον Ηλία;

Κι εσύ θα τους απαντήσεις:

- Δεν αναφέρομαι στον Ηλία, αλλά ο Ηλίας θα επανέλθει. Δεν θα πρόκειται για εκείνον, θα είναι ένας άλλος, αν κι αυτός θα είναι εκείνος.

Έπειτα θα τους πεις:

- Είστε αρκετά φωτισμένοι για να εκπληρώσετε την Αποστολή σας. Αν το φως σας εγκαταλείψει, μυρίστε το ρόδο και το φως θα ξαναγυρίσει πιο ισχυρό και πιο ζωηρό. Φυλάξετε το ρόδο αυτό, όπως είναι, ανοικτό. Δε θα μαραθεί καθόλου παρά μόνο σε εκείνον που θα αποτύχει στην Αποστολή του. Βαδίζετε πάντα μπροστά, μην επανέρχεστε επί των βημάτων σας. Μην κοιτάτε καν προς τα πίσω, ακόμη κι αν σας προσβάλλουν, ακόμη κι αν σας κτυπούν. Κι όταν σας καταδιώκουν, για να σας σκοτώσουν, εσείς βαδίζετε πάντα προς τα εμπρός. Το Σύμβολό σας θα είναι "το Ρόδο". Ο Σκοπός σας θα είναι να παρασκευάσετε την Οδό του Σωτήρα.

Αυτά θα πεις στους αδελφούς σου εκ μέρους μου. Είθε να μπορέσεις να τους διευθύνεις με Δικαιοσύνη!

Ένας φοβερός κρότος σκέπασε τους τελευταίους λόγους του Προφήτη κι η ουράνια φωνή βρόντησε:

- ΗΛΙΑ !

- Έρχομαι, Διδάσκαλέ μου και Θεέ μου, ιδού εγώ!

Δυο φτερωτοί δράκοντες, ταχείς σαν αστραπή, χύμηξαν απ' τους Ουρανούς στη Γη και βρέθηκαν εμπρός στον Προφήτη.

Τα ενωμένα φτερά τους σχημάτιζαν ένα κάθισμα. Ο Ηλίας βρέθηκε επάνω του γονατιστός. Ο μαθητής κρατούσε απελπισμένα τον Μανδύα του Διδασκάλου του και προσπαθούσε με την μάταιη αυτή χειρονομία να τον κρατήσει κοντά του.

- Γιατί με εγκαταλείπεις, Σεβαστέ Διδάσκαλε! φώναξε.

Ο Ηλίας αφήνοντας ελεύθερο τον Μανδύα του στα χέρια του Ελισσαίου, τον αφιερώνει με τις λέξεις αυτές:

- Επαναστάτρια Γενεά! Πάψε τους θρήνους και φύλαξε τον Μανδύα αυτόν ως Σύμβολο του αξιώματός σου!

Κατόπιν ο Ηλίας ανέβηκε με το Φτερωτό Άρμα του στην Ουράνια Κατοικία, για να αναπαυτεί απ’ την σκληρή Αποστολή που είχε επιλέξει.

Ο Ελισσαίος παρέμεινε για μια στιγμή ακίνητος και εξουθενωμένος κοίταζε τους ουρανούς πίσω απ’ τους οποίους ο Διδάσκαλός του, ο Προφήτης Ηλίας, είχε εξαφανιστεί. Ο ήλιος έδυσε. Μέσα στην καρδιά του μαθητή, όπως και γύρω του, βασίλευε σιωπή. Γονατιστός, χαμένος στις θλιβερές του σκέψεις, έκλαιγε σιωπηλά. Έπειτα, σιγά-σιγά, σαν ξαναγύριζε μέσα του η ιδέα του Καθήκοντος, λάμβαναν την θέση τους και οι υψηλές συμβουλές του Διδασκάλου του. Προσευχήθηκε και ζήτησε απ' τον Παντοδύναμο Θεό τη Δύναμη και τη Σοφία για να ακολουθήσει επάξια την Αποστολή του Μύστη.

Η αυγή τον βρήκε γονατιστό. Δεν έκλαιγε πια. Σηκώθηκε ακτινοβόλος και άξιος, φόρεσε τον Μανδύα του Ηλία και κατέβηκε από  το όρος. Έφτασε στον Ιορδάνη, όπου οι αδελφοί τον περίμεναν με αγωνία.

Και πραγμάτωσε το Έργο, για το οποίο είχε προοριστεί...

 "Βιβλική  Ενόραση" - Η Ανάληψη του Προφήτη Ηλία, Μυητικό Αφήγημα του συνιδρυτή της Αδελφότητας του Κρίνου και του Αετού, Δημητρίου Πλάτωνος Σεμελά


Απ' την Παράδοσή μας τιμάται ιδιαιτέρως ο Ηλίας, ο Προφήτης και Πρόδρομος της Παρουσίας του Κυρίου, για τον οποίο ο συνιδρυτής μας Δημήτριος Σεμελάς εμπνεύστηκε και έγραψε το κείμενο που αναρτήσαμε παραπάνω. Ο Ηλίας (ως απεικόνιση του Πνευματικού Ήλιου που φωτίζει τις διάνοιες των ανθρώπων), θεωρείται ο Ιδρυτής της "Αδελφότητας του Ρόδου", που σχηματοποιήθηκε σε διάφορες Εσωτερικές Αδελφότητες, με πρώτη αυτή των Εσσαίων, της οποίας ο Ιωάννης ο Βαπτιστής θεωρείται ο τελευταίος αρχηγός που προετοίμασε την "Οδό του Κυρίου". Ο Ηλίας μαζί με τον Ιωάννη Βαπτιστή είναι οι Προστάτες του Εσωτερικού Κύκλου του Τάγματός μας, της "Τάξεως των Ιπποτών του Ήλιου της Έδεσσας και της Παλαιστίνης".

"Καὶ ἐξῆλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ εἰς τὰς κώμας Καισαρείας τῆς Φιλίππου· καὶ ἐν τῇ ὁδῷ ἐπηρώτα τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ λέγων αὐτοῖς· τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι; οἱ δὲ ἀπεκρίθησαν Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν καὶ ἄλλοι Ἠλίαν ἄλλοι δὲ ἕνα τῶν προφητῶν" (Κατά Μάρκον 8, 27-28)

"Ὁ ἔνσαρκος Ἄγγελος, τῶν Προφητῶν ἡ κρηπίς, ὁ δεύτερος Πρόδρομος τῆς παρουσίας Χριστοῦ, Ἠλίας ὁ ἔνδοξος, ἄνωθεν καταπέμψας Ἐλισαίῳ τὴν χάριν, νόσους ἀποδιώκει, λεπροὺς καθαρίζει, διὸ καὶ τοῖς τιμῶσιν αὐτόν, βρύει ἰάματα..." (Απολυτίκιον, ήχος δ’)

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

    22. ΕΞΙ ΕΠΙΓΝΩΣΕΙΣ   (Για τον οξυδερκή και τον βραδύνου μαθητή)   I . "Ο οξυδερκής μαθητής είναι ένας ερευνητής.  Ακούει, α...

ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ!